Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

Όσα μου έμαθε η μυθολογία...




    Πίπολ θα μπω στο ψητό χωρίς περιστροφές. Εχτές που έπινα ποτό με ένα φίλο μου λέει κάποια στιγμή το εξής:

    «Μολονότι οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν ότι εσείς της Τέχνης είστε μόνο ‘κουλτουρέ’ και καθωσπρέπει, στην πράξη είστε πιο τρελοί και ίσως και απελευθερωμένοι από τους υπόλοιπους. Επίσης έχετε μια διορατικότητα και μια κατανόηση στα ακραία συναισθήματα(!)».  Μετά το πρώτο σοκ και την αυθόρμητη αντίδραση «τρέλανέ μας», το σχόλιό του πίπολ μου καρφώθηκε στο μυαλό, το σκεφτόμουν όλο το βράδυ και, ναι παίδες μου αγαπημένοι, συνειδητοποίησα  πως έχει δίκιο. Μέσω της  ενασχόλησης με τον κόσμο της Τέχνης έχω συναντηθεί με το πιο έντονα συναισθηματικό κομμάτι του εαυτού μου, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που, αναλογιζόμενη τις πολυάριθμες ιστορίες που κρύβονται πίσω από έργα τέχνης, έχω αναπτύξει μια πρωτόγνωρη κατανόηση σε συναισθηματικές εξάρσεις και ακρότητες.
    Το μυαλό μου, σκεπτόμενη πόσο διαφορετικά αντιμετωπίζει τον κόσμο κάποιος που έχει έρθει σε επαφή με τόση ομορφιά όση μας έχει δώσει η τέχνη, πήγε αμέσως στη μυθολογία που αναμφισβήτητα έχει δώσει μερικά από τα καλύτερα παραδείγματα των μεγαλύτερων συναισθηματικών ακροτήτων και δή διαστροφών. Και είναι μερικές από τις τελευταίες που θα σχολιάσω. Από τις ίντριγκες της Αφροδίτης, αν και θεά του ιδεαλιστικού έρωτα, μέχρι τους Σάτυρους ακόλουθους του Διονύσου και τις εκστασιασμένες Μαινάδες του, τα παραδείγματα είναι πολλά κι εγώ θα διαλέξω το αγαπημένο μου, εκείνο της Σεμέλης.

    Η ιστορία μας λοιπόν ξεκινά ως εξής: μία από τις ερωμένες του Δία ήταν και η Σεμέλη,διότι είναι γνωστό της πάσης πόσο γκομενιάρης ήταν ο βασιλιάς των θεών. Αλίμονο, αν δεν ήταν εκείνος, τότε ποίος;[1] Η Σεμέλη, που λέτε, ήταν μία από τις τέσσερις κόρες του Κάδμου, ιδρυτή και βασιλιά της Θήβας, και της Αρμονίας, κόρης της Αφροδίτης και του Άρη. Όπως καταλαβαίνετε είχε πάρει από το σόι της μαμάς και έτσι ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι θα έκαιγε καρδιές. Κάπως έτσι, την είδε μια μέρα ο Δίας, γούρλωσε το θεΐκό μάτι και επιθύμησε να την κάνει δική του. Διαστροφή νούμερο ένα: ο πόθος σύνορα, χρόνια και σόγια δεν κοιτά. Η Σεμέλη ήταν ανηψιά της Ευρώπης, που επίσης είχε ποθήσει και-εννοείται αποκτήσει-ο Δίας. Αλλά αφού την ήθελε ο μπερμπάντης βασιλιάς των θεών μια και δυό κατεβαίνει απ’τον  Όλυμπο στο παλάτι του Κάδμου και σμίγει στα μουλωχτά μαζί της. Έλα όμως που αγαπάει ο θεός τον κλέφτη αγαπάει και τον νοικοκύρη(λέμε τώρα!) Τα κατάλαβε όλα η Ήρα, έγινε πυρ και μανία και τον πήρε στο κατόπι. Τι τό’θελε, είδε τον παντοδύναμο Δία να την κάνει για άλλη μια φορά τάρανδο, τον άκουσε κιόλας να λέει στην Σεμέλη ότι θα της έκανε οποιαδήποτε χάρη του ζητούσε(παρεμβατικό σχόλιο της γράφουσας: εάν κοτζάμ Δίας βασιλιάς των θεών ήταν τόσο μπουνταλάς, τί ελπίδα να έχουμε για το είδος των ανδρών σήμερα;), γύρισε πίσω μόνο αφού βρήκε πώς θα έπαιρνε την εκδίκησή της.
    Διαστροφή νούμερο δύο: η αγάπη που γίνεται μίσος και εκδίκηση όταν ο άλλος δε σε αγαπά όσο εσύ. Και η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο και ως γνωστόν όσο πιο ‘frozito’ τόσο πιο καλό. Πάει λοιπόν η Ήρα με τη μορφή της παραμάνας και λέει στην Σεμέλη να ζητήσει από το Δία να της αποκαλυφθεί σε όλο του το μεγαλείο όπως εμφανίστηκε μπροστά στην Ήρα τη μέρα του γάμου τους. Ο Δίας μάταια προσπαθεί να της αλλάξει γνώμη και, μη μπορώντας να κάνει αλλιώς(μπουνταλάς δεν είπαμε; ότι ήθελε τον έκανε η Σεμέλη), υποχωρεί, και της παρουσιάζεται πάνω στο λαμπρό του άρμα μέσα σε αστραπές και βροντές. Όμως αμέσως μόλις μπαίνει στο δωμάτιο ο κεραυνός του εκσφενδονίζεται στη Σεμέλη που ξεψυχά κατακεραυνωμένη. Με λίγα λόγια ρίξε στο κορμί μου σπίρτο να πυρποληθώ αυτή η αγάπη Όλυμπο μ’ανεβάζει.
    Στη συνέχεια του μύθου έχουμε μια από τις ωραιότερες εικόνες φαντασίας της μυθολογίας όταν ο Δίας, πληγωμένος από την αδικία προς την άτυχη Σεμέλη, έβγαλε τον αγέννητο ακόμα Διόνυσο από την κοιλιά της και τον έραψε στον μηρό του για να τρέφεται από το αίμα του ώσπου να γεννηθεί(παρεμβατικό σχόλιο νούμερο δύο της γράφουσας: πώς γινόταν όλα να μπορεί να τα φέρει πάνω κάτω ο Βασιλιάς των θεών, να γίνει Χρυσή Βροχή ή μέχρι και Κύκνος και να σμίξει με νεαρές και δεν μπορούσε να επέμβει στην βιολογία της εξέλιξης και να ξεγεννούσε τον Διόνυσο εφταμηνήτικο;Τελοσπάντων, μιας κι αυτό δεν είναι της παρούσης, ας επιστρέψουμε στην μυθολογική διαστροφή που δεν έχει τέλος, τουτέστιν  η ιστορία έχει και συνέχεια...)
    Η Αγαύη τώρα, αδερφή της Σεμέλης, ζήλεψε πολύ τη δόξα της αδερφής της, που την ερωτεύτηκε κοτζάμ πατέρας των θεών και έκανε και το παιδί του(το ότι έγινε κάρβουνο δεν την πείραξε το ότι την ερωτεύτηκε ένας άντρας με ισχύ την ένοιαξε!) και, άκουσον άκουσον, άρχισε να διαδίδει ψέματα ότι πατέρας του παιδιού της Σεμέλης ήταν άλλος, κάποιος θνητός. Διαστροφή νούμερο τρία: Να’τανε η ζήλεια ψώρα να γέμιζε όλη η χώρα.
    Για το τέλος, και επειδή η διαστροφή δεν έχει τελειωμό, όταν ο Διόνυσος μεγάλωσε, έμαθε τα τερτίπια της θείας του και αποφάσισε να επιβάλει την ισχύ του σαν γιός του Δία και να εκδικηθεί για τη μητέρα του. Τί έκανε λοιπόν: πήγε στη Θήβα και προκάλεσε θεϊκή Μανία στις γυναίκες της πόλης(Μαινάδες). Όμως ο Πενθέας, γιος της Αγαύης(και ξάδερφος του Διόνυσου), που εν τω μεταξύ είχε γίνει βασιλιάς των Θηβών, θέλησε να εμποδίσει την εισαγωγή της διονυσιακής λατρείας στο βασίλειό του, πράγμα το οποίο έκανε έξαλλο τον Διόνυσο που αποφάσισε να εκδικηθεί-πώς αλλιώς-απόλυτα διαστροφικά. Διότι σου λέει, εγώ γεννήθηκα από ένα μπούτι, μάνα δε γνώρισα, μεγάλωσα στα ξένα, κι εσύ έγινες βασιλιάς της Θήβας και θα μας κάνεις και κουμάντο στις λατρείες μας; Τώρα θα δεις τι θα πάθεις αν δε με λατρέψεις και δε μου προσφέρεις θυσίες. Στην κορυφαία έξαρση εκδικητικής του διαστροφής, ανάγκασε την Αγαύη, την αρχηγό των Μαινάδων, μέσα στην μανία της να διαμελίσει και να κατασπαράξει το σπλάχνο της.
 
Συμπέρασμα:
Είναι ωραίες οι ιστορίες τις μυθολογίας γιατί μας ανοίγουν δρόμους προς την ψυχή που κρύβει μέσα της τα πάντα! Από την απόλυτη αγάπη μέχρι την απόλυτη διαστροφή. Φιλική Συμβουλή: Ταυτιστείτε και μιμηθείτε το πρώτο!




[1] Γενικά να σχολιάσω ότι καμία ιστορία για την μυθολογία που σέβεται τον εαυτό της δεν πρέπει να παραγκωνίζει την αποδοχή ότι στον Όλυμπο και σε όλη την αρχαία Ελλάδα γινόταν της μυθολογίας το κάγκελο!

Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2013

αλαλούμ, αλαλούμ, άλλη γλώσσα μιλάμε...


αλαλούμ, αλαλούμ, άλλη γλώσσα μιλάμε...





    Για άλλη μια φορά παίδες μου αγαπημένοι, η ζωή-και η ανθρώπινη επικοινωνία-με ξεπερνούν. Κοινώς, χέσε ψηλά κι αγνάντευε, σιγά μη βγάλω ποτέ άκρη. Τώρα εσείς θα αναρωτιέστε τί με τσίγκλισε ωσάν μεταλλαγμένη αλογόμυγα και επανεμφανίσθη να διακόπτω τις καλοκαιρινές μου διακοπές και να μπλογκάρω(καταπέλτης και αφοριστική όπως πάντοτε) 3 μήνες μετά. Το α-τυ-χές περιστατικό συνέβη λίγες μέρες πριν, όταν έτυχε να συμφάγω με μεγάλη παρέα απαρτιζόμενη από άνδρες και γυναίκες. Με μαθηματική ακρίβεια και ακριβώς 15 λεπτά αφότου είχαμε κάτσει όλοι στο τραπέζι, το θέμα πήγε στις ανθρώπινες σχέσεις. Η συζήτηση περιστρεφόταν γύρω από το «ποιό πρόσωπό μας επιλέγουμε να δείξουμε στους άλλους», και ένας εκ των συνδαιτημόνων μου επιχειρηματολογούσε με παρρησία και  δυναμισμό υπέρ των αντρών που δείχνουν ότι θέλουν συνεχώς να φλερτάρουν και να επιβεβαιώνονται και μιλούν όλο για τις σεξουαλικές κατακτήσεις τους, υποστηρίζοντας ότι αυτό δεν αναιρεί ότι θα ήταν πρόθυμοι να μπουν σε σχέση και θα ήταν απόλυτα αφοσιωμένοι και πιστοί σε αυτή(!). Μέχρι εδώ όλα καλά(χμ), λίγο μετά όμως υπήρξε ένα σημείο όπου υποστήριξε ότι φταίει η κοπέλα που δε θα «δει» ότι πίσω από αυτές τις συμπεριφορές κρύβεται μια χρυσή καρδιά και δε θα δώσει ευκαιρία. Ε, αυτό ήταν, πυροδοτήθηκα παίδες.

    Παρατάω κάτω πηρούνια, μαχαίρια και κάπου εκεί, ανάμεσα στις ρόκες-παρμεζάνες και στις πέννες τις αραμπιάτες,σχολιάζω: «δεν αμφισβητώ ότι ένας τέτοιος άντρας μπορεί να είναι απόλυτα συναισθηματικός, καθ’όλα έτοιμος να μπει σε σχέση, και να είναι και πιο σωστός από κάποιον άλλο όταν εν τέλει κάνει σχέση, όμως πόση διάθεση, διορατικότητα, ακόμη και κουράγιο έχει κανείς σήμερα ώστε να «μελετά» το υποσυνείδητο του άλλου και να προσπερνά συμπεριφορές;» Δηλαδή θα έχω τον άλλο να παίζει το μάτι του σε ότι θηλυκό κινείται, να μου λέει «μανίτσα εγώ θέλω την ελευθερία μου αν και θέλω κι εσένα να περνάμε καλά» και θα σκέφτομαι, αχ καταβάθος είναι ρομαντικός ο γλυκός μου και θέλει σχέση; Άσε που το λέει και η σύγχρονη επιστήμη: αν ο άλλος βγάζει προβληματικές συμπεριφορές, όσο και να αλλάξει επειδή θα ερωτευτεί, ε κάποια στιγμή θα τις ξαναβγάλει. Μα θα υποτιμά και θα υποβιβάζει τη γυναίκα, μα θα θέλει να γκομενίσει για να επιβεβαιωθεί, μα δε ξέρω γω τί άλλο...

    Σόρυ πίπολ, αλλά εγώ μεγάλωσα πιστεύοντας ότι μόνο εμείς τα κορίτσια το πάμε μέσω Λαμίας όταν θέλουμε να επικοινωνήσουμε-πολυκαναλικά όντα γαρ- και ότι οι άντρες είναι πιο άμεσοι,εξ ου και το παροιμιώδες «βουρ στον πατσά». Άσε που μέχρι πρότινος νόμιζα ότι οι άντρες λένε λίγα λόγια, σταράτα και κα-θα-ρά. Αν όμως έχουν γίνει έτσι τα πράγματα, πέρα από τις φιλοσοφικές μου ανησυχίες για το πώς εξελίσσεται το παζλ των κοινωνικών μας συναναστροφών και ποιός έχει σήμερα κουράγιο να παίξει το παιχνίδι των σχέσεων με κύριο όπλο υποθέσεις και σκέψεις για το τί κρύβεται πίσω από τις λέξεις, δεν παύω να σκέφτομαι, σε προσωπικό επίπεδο, πως τελικά κάτι λάθος κάνω όπως μου επεσήμανε η φίλη Μαρία. Η Μαρία, (ή πιο σωστά «Μάριος» εξαιτίας του ανεπτυγμένου αντρικού ένστικτου που έχει και χάριν του οποίου καταλαβαίνει απόλυτα τις αντρικές συμπεριφορές,) λες και έχει μια διεισδυτικότητα στο αντρικό φύλο. Τόσο που ποτέ δε πέφτει έξω σε αναλύσεις που αφορούν τις φοβίες, τα άγχη τους και γενικά το τί εννοεί ο ποιητής. Ώρες ώρες τη ζηλεύω ρε παιδάκι μου. Τους διαβάζει σαν ανοιχτό βιβλίο. Έρχεται ο αρχικάφρος που πλασάρεται σαν χαζογκομενιάρης και τόσο βλαξ που ούτε καλημέρα δεν αντέχω να του πω, πετάγεται ο «Μάριος» και αρχίζει τα «μην τον αδικείς έχει και δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, έτσι τα λέει ένας ρόλος άμυνας είναι», και διάφορα άλλα τέτοια χαριτωμένα. Και ενώ την έχω βρίσει και αυτή και τον αρχικάφρο, έρχεται(μετά από κανα μήνα φυσικά και αφού έχει βρει άλλη γκόμενα), ο αρχικάφρος να έχει ρομαντική φλέβα, πλούσιο συναισθηματικό κόσμο και να αποδεικνύεται φανατικός αναγνώστης του Προυστ, του Φρόυντ και του Λακάν μαζί.


Αποτέλεσμα: Λία-Ανδρικό Φύλο σημειώσατε 0-1 και ο «Μάριος» να γελά σατανικά και να λέει «στα’λεγα εγώ». 

Πέμπτη 11 Απριλίου 2013

τι να πρωτογράψει κανείς...



   Πάνε μέρες που έχω να γράψω το ξέρω. Ο φίλος μου ο Γιάννης, εκ των φανατικών του μπλογκ μου(έχω και τέτοιους ρε παίδες, αμέ!), με μαλώνει...: «άντε ρε παιδάκι μου γράψε τίποτα, τόσες ιστορίες σου έχω πει», ή το πιο συναισθηματικά εκβιαστικό «λοιπόν, αφού δε γράφεις τίποτα στο μπλογκ σου, δε σου ξαναλέω τίποτα!» Πραγματικά όμως δε ξέρω για τί να γράψω. Νιώθω πως πήγε η ώρα δώδεκα και ξαναγίναμε όλοι κολοκύθες, σαν αυτό που ζούμε να μην είναι η ζωή αλλά μια κεντρική ιδέα της ζωής. Μοιάζουν όλοι μουδιασμένοι κι εγώ ένας παρατηρητής του κόσμου.
   Καθώς δεν πολυέχω δουλειά τον τελευταίο καιρό, έχω εντρυφήσει στο αγαπημένο μου σπορ:Ÿτο καφεδίζειν(που εστί φιλοσοφείν). Ζώντας (σ)τη Θεσσαλονίκη τα τελευταία τέσσερα χρόνια είμαι πια σίγουρη πως όσο μπουρδέλο και να έχει γίνει η ζωή μας, όλα τα βάσανα, προβλήματα, θέματα προς διερεύνηση, λύνονται(;) γύρω από μια κούπα αχνιστό(ή δροσερό ανάλογα με τον καιρό και τα γούστα) καφέ.

   Σε καφέ έμαθα για τις ανησυχίες του φίλου Α. Τί θα κάνει εάν-ω μη γένοιτο- η γυναίκα του αποκτήσει ραγάδες ή παχύνει και χαλάσει το σώμα της μετά τη γέννα, και «ρε Λία είμαι πολύ κακός που το σκέφτομαι; Το σκέφτομαι όμως και το φοβάμαι. Εγώ τρέχω όλη μέρα στο γυμναστήριο γιατί μου αρέσει να διατηρούμαι γυμνασμένος και υγιής. Δεν είναι ότι δεν θα την αγαπάω αλλά άμα δε τη θέλω; Και πώς να το πω ότι θέλω να προσέχει τον εαυτό της χωρίς να την προσβάλλω;» Όχι ρε παίδες, δε νομίζω ότι είναι κακός, ούτε αναίσθητος μπρος στις γυναικείες ανασφάλειες, ο φίλος είναι κούκλος και προσέχει τον εαυτό του σαν τρελός. Από την άλλη, καταλαβαίνω και μια γυναίκα σε ορμονικό big bang:εδώ ένα προεμμηνορρυσιακό παθαίνουμε και κατεβάζουμε δύο κιλά μερέντα. Ποιό από τα δύο φύλα να υπερασπιστώ; Ρούφηξα το εσπρεσσάκι μου και δεν είπα τίποτις.
   Σε καφέ έμαθα για τις ανησυχίες της φίλης Ζ. Που ετοιμάζεται να φύγει στο εξωτερικό χωρίς να το πολυθέλει: «είναι δύσκολα εκεί ρε Λία. Πολύ μοναξιά, πολύ συννεφιά, μακριά από όλους, αγκαλιά με το skype. Ξέρω θα έχω δουλειά και εδώ τι έχω, αλλά...» Αλλά κι εμείς εδώ οι άνεργοι τι παραπάνω κάνουμε; skype, facebook άντε και καφέδες στους οποίους κυρίως λέμε το πόσο θέλουμε να φύγουμε. Άρα....ρούφηξα το εσπρεσάκι μου και δεν είπα τίποτις. Εκεί έμαθα τα νέα του συμμαθητή μου Κ. που είχα να δω απ’το σχολείο και ο οποίος αφού τελείωσε αρχαιολογία(και ψώνισε από σβέρκο) αποφάσισε να ασχοληθεί με τα υδραυλικά και...έχει χεστεί στο τάλιρο(sic). Άρα πάρτα (αυτομούτζωμα και εσωτερικό αυτομαστίγωμα) που πήγες και σπούδασες τέχνη και πράσσειν άλογα σε μια χώρα που ή καφέδες έπρεπε να μάθεις να κάνεις ή να βάζεις πλακάκια.
   Και ναι, ήταν σε καφέ που έμαθα(και αποφάσισα να διακόψω μια φιλία μ'αυτά που έμαθα)ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που ουδόλως ενδιαφέρονται για την κρίση γιατί μια χαρά συνεχίζουν να ακμάζουν οικονομικά και να ευημερούν και...«Τί εννοείς ο κόσμος πεινάει; Και πώς γίνεται τριάντα χιλιάδες άνθρωποι να είναι χωρίς ρεύμα γιατί αδυνατούν να το πληρώσουν; Πού είναι όλοι αυτοί οι φτωχοί; Εγώ γιατί δε ξέρω κανένα;»

   Πέρα από οικονομικές δυσπραγίες, κρίσεις και λοιπά, η ζωή κυλάει και, τουλάχιστον ακόμη, μας απασχολούν τα ίδια πράγματα. Η αγάπη, ο έρωτας, το σεξ, θα με πάρει τηλέφωνο, τι εννοεί με το μήνυμα που μου έστειλε, θα φτιάξει ο καιρός, αχ να πηγαίναμε ένα ταξιδάκι, τί ρούχα να αγοράσω, δεν την παλεύω με τους γονείς, γκόμενο, παιδιά μου, και λοιπά, φαιδρά και μη, παραμένουν-και ευτυχώς να λέμε που κάτι παραμένει-συνιστώσες της καθημερινότητάς μας.
   Απλώς ίσως τώρα οι ίδιες ερωτήσεις έχουν λίγο διαφορετικές απαντήσεις και διαφορετικές παραμέτρους προς διερεύνηση(και σχόλια που θέλω σαν τρελή να πω, εδώ τα έχω, να εδώ, ένα τσικ να πεταχτούν, αλλά πώς κρατιέμαι και τελευταία στιγμή δε τα λέω, και εκεί αυτά να επιμένουν να ειπωθούν και...άντε πάρτε τα τώρα γραπτώς γιατί θα σκάσω και είμαι πολύ μπουμπούκι ακόμη για να δω τα ραδίκια ανάποδα):

-«ρε Λία υπάρχει σήμερα αγάπη;  -«Εννοείς με συναίσθημα; Και πολλά φιλιά; Γεμιστή με ειλικρίνεια; Και από κάτω εμπιστοσύνη; Και από πάνω ένα ‘εμείς’ αντί για ‘εγώ’; Αυτό. Πώς λέγεται; Α-γά-πη.-Πώς; -Α-γά-πη. Όχι, δε θέλω να τη μάθω, να τη βρω θέλω. Τι να την κάνεις την αγάπη, δε θες καλύτερα ένα προφιτερόλ που μου είναι πιο εύκολο; Αν σε ευχαριστεί πάντως, ψάχνε, καλό κάνει. Μπορεί να βρεις και λίγο σεξ στην πορεία.»

-«Λία πού είναι ο έρωτας της ζωής μου;»  -«Τί να σου πω, εγώ στο συρτάρι τον έβαλα. Ψάξε δίπλα απ’τις κάλτσες. Ε, εντάξει, σε αυτό αδυνατεί ακόμη και η ειδικός που ακούει στο όνομα Λία Νουφάρου να απαντήσει[1]. Ξεκινήστε πάντως την αναζήτηση από ένα βουνό γεμάτο χρέη, κρίση, φόβους, ανασφάλειες, δάνεια, μαμάκηδες,άγχη ......και ίσως να βρίσκεται κάπου εκεί από κάτω.»

-«Λία να σε ρωτήσω κάτι για το σεξ;»   -«εννοείς  αυτό που όλοι για αυτό συζητάμε όλη μέρα χωρίς τελικά να το κάνουμε ούτε πολύ ούτε καλά; Μπορώ να συμβουλέψω μόνο ή αποχή ή τουλάχιστον κάντο όπως το θες χωρίς μα μου σου του.»

-«Λία, βγήκαμε δύο φορές και έπεσε και ένα φιλί. Θα με πάρει τηλέφωνο; -«Μάλλον θα σε πάρει αλλά κι εσύ μετά μη το παίζεις δύσκολη και πολύ μπλαζέ ή παρ’τον κι εσύ και εκδηλώσου. Ή μπορεί και να μη σε πάρει γιατί χέστηκε απάνω του απ’το φόβο μην έχετε σχέση τώρα και αλίμονο ω θεοί, θα χάσει τις μπακουροπαρέες με τις οποίες έκλαιγε τη μοίρα του γιατί δε μπορεί  να βρει ένα κορίτσι σαν κι εσάς. Κι εσείς κύριοι, πάρ’τε την ένα τηλέφωνο αφού το θέλετε, μην προτάσσετε τις αμφιβολίες και τις φοβίες σας! Αν ωστόσο δεν θέλετε να την πάρετε γιατί φοβάστε ότι τώρα θα χάσετε τις μπακουροπαρέες σας με τις οποίες βαυκαλίζεστε ότι περνάτε υπέροχα ενώ κλαίτε τη μοίρα σας και τη μοναξιά σας...σηκώνω τα χέρια ψηλά, είστε βλαμένοι!»

-«Λία τί σημαίνει αυτό το μήνυμα που μου έστειλε;» -«γι’αυτόν/ή που το έγραψε ή για εσένα που το διάβασες;»

-«Λία τί ρούχα να αγοράσω;»  -«ως στυλίστριά σου έχω πολλές προτάσεις αλλά προφανώς εννοείς πώς να τα αγοράσω που δεν έχω λεφτά. Επαναδιατυπώστε παρακαλώ»

-«Λία δεν την παλεύω με τους γονείς, γκόμενο, παιδιά μου»  
-«όλοι θέλουν αγάπη. Και υπομονή. Και ίσως λίγο χρόνο μακριά τους.»




[1] Φήμες λένε πως υπάρχει άτομο, που ζει και προοδεύει στας Γαλλίας και πιστεύει ακόμη στον "Έρωτα" που σε παρασέρνει μακριά από χλιαρά συναισθήματα προς δυνατούς αέρηδες ικανούς να ταρακουνήσουν το είναι σου...οι πληροφορίες ελέγχονται.

Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

'Δανάη και Χρυσή Βροχή'



   Ο μύθος της Δανάης και ειδικά οι αποτυπώσεις του από τον καλλιτέχνη της αναγέννησης Τιτσιάνο, μου δημιουργούν μια ακόρεστη ανάγκη να διαβάσω ξανά και ξανά τις αμέτρητες ιστορίες μυθολογίας ακόμη και να γράψω γι’αυτές. Χωρίς πολλά λόγια, ιδού. 

   Τα γεγονότα είχαν ως εξής: Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένας βασιλιάς ο Ακρίσιος. Ο Ακρίσιος ήταν Βασιλιάς του Άργους και είχε γυναίκα του την Ευριδίκη(όχι την ‘τρελαίνεις την πυξίδα μου’ αλλά την κόρη του Λακεδαίμονα), και (μοναχο)κόρη την Δανάη. Η οικογένεια ζούσε πολύ ευτυχισμένα, όσο ευτυχισμένα μπορείς να ζεις στην αρχαιότητα όπου ναι μεν όλη μέρα κάνεις σπονδές και τσιμπούσια, ξαπλάρεις στα ανάκλιντρα και παίζεις «πεσσεία», όμως δεν έχεις όχι facebook ή twitter, ούτε καν μια (έστω αναλογική)τηλεόραση να δεις τί γίνεται στον υπόλοιπο αρχαίο κόσμο. Σε αυτό λοιπόν τον αρχαίο κόσμο που δεν είχε ακόμη μάνατζερς και συμβούλους κρίσεων, όποτε χρειάζονταν συμβουλή πήγαιναν στα μαντεία (κάτι σαν τους αστρολόγους της εποχής αλλά στο ευρύτερα αποδεκτό τους) και ζητούσαν χρησμό. Έτσι έκανε μια μέρα και ο Ακρίσιος. Μα όταν έμαθε ο έρμος τί του επιφύλασσε ο χρησμός-και το μέλλον- άρχισε να τραβάει τα μαλλιά του, μιας και ο χρησμός ούτε λίγο ούτε πολύ έλεγε ότι θα τον σκότωνε ο εγγονός του! Αλί αλί και τρισαλί, αυτό το κακό δε το περίμενε από την κόρη του. Φορυβημένος κάργα(του πήγε τρεις και μία είναι η σωστότερη έκφραση) και καθώς το ρητό ‘το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον’ δεν είχε γίνει ακόμα σουξέ στην αρχαιότητα, πήρε την κόρη μαζί με την τροφό της και τις μπουντρούμιασε σε μια υπόγα χωρίς φως μόνο με ένα μικρούλικο μοναδικό παραθυράκι.

   Αυτό όμως το κούτσικο παραθυράκι ήταν αρκετό για να τη δει ο Δίας, να ανοίξει το μάτι γαρδούμπα και σαν γνήσιος αρχαίος θεός να σκεφτεί: «#%*&#?>{*_^$#/..!@^(*/#*@ η Δανάη!» μετάφραση: «Τι ωραίο γκομενάκι η Δανάη!» σε άπταιστα αρχαία ελληνικά. Τουτέστιν τίποτα δε θα τον σταματούσε από δω και πέρα, έπρεπε με κάθε τρόπο να την κατακτήσει. 


   Εδώ να κάνω μια παρένθεση και να πω ότι ο άτιμος ο Δίας πραγματικά δεν παιζόταν. Είχε τη γυναίκα σπίτι βασίλισσα(όνομα και πράμα!) και αυτός ξεπόρτιζε και, με αφορμή ότι και καλά εποπτεύει το λαό μη τυχόν και κάνει καμιά ύβρη, κανόνιζε τη μισή μυθολογία! Χαρακτηριστική περίπτωση ελληναρά(δικό του δημιούργημα υπήρξε άλλωστε) που ‘θα κάνει ότι του αρέσει τελικά’, θα δικαιολογήσει τις πράξεις του, θα ψιθυρίσει καναδυό γλυκόλογα στη σύζυγο, αυτή θα λιώσει, και όλα μέλι γάλα τελικά. 


   Για να επιστρέψουμε στο μύθο άστραψε και κόρωσε ο άρχοντας του Ολύμπου, ο Επιτιμήτωρ με τον κεραυνό, έψαξε από δω, έψαξε από κει, βρήκε τον τρόπο να φτάσει στη Δανάη. Αφού δε χωρούσε από το μικροσκοπικό της παραθυράκι, το ραδιούργο και πολυμήχανο μυαλουδάκι του βρήκε τη λύσηŸ: θα γινόταν Χρυσή Βροχή! Ευκολάκι αν είσαι ο πατέρας των Θεών. Έτσι, μεταμορφωμένος σε χρυσές σταγόνες, γλίστρησε από τις χαραμάδες και τσουπ, την έκανε μούσκεμα τη φυλακισμένη νεάνιδα. Αυτή ακριβώς τη στιγμή αναπαριστά ο Τιτσιάνο που, εμπνεόμενος από τον μύθο, μας έδωσε όχι μια, ούτε δυό, αλλά τρεις αποτυπώσεις της σκηνής όπου ο Δίας μεταμφιεσμένος σε Χρυσή Βροχή, ενώνεται με την Δανάη. Και το ότι ο Τιτσιάνο υπήρξε τιτανοτεράστιος καλλιτέχνης στο πώς χειριζόταν το χρώμα και αποτύπωνε τις μορφές, δε χρειάζεται εμένα να το πω, αυτό που πρέπει να πω είναι ότι τα έργα του διαπνέονται από μια άγρια ομορφιά που δεν οφείλεται μόνο στην τεχνοτροπία του και το ταλέντο του, αλλά στο γεγονός ότι κοιτώντας τους πίνακές του βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έντονα ερωτικές και ταυτόχρονα σχεδόν μυστικιστικές εικόνες. 


   Στην πρώτη αποτύπωση (1545, Νάπολη)δε βλέπουμε πουθενά την τροφό καθώς τη θέση της έχει πάρει ένας ερωτιδέας, σύμβολο της ερωτικής ένωσης, το σώμα της Δανάης καλύπτει ελαφρώς ένα σεντόνι, ενώ οφείλω να παρατηρήσω ότι σε αντίθεση με τη χαλαρή και δεκτική στάση του σώματος, το κεφάλι, και δη το βλέμμα της Δανάης, είναι σαν να λέει: ‘δε μας αφήνει στην ησυχία μας κι αυτός με τις βροχές του που κοντεύω να πεθάνω από την πλήξη εδώ πέρα. Και όχι τίποτα άλλο, θα γεμίσουμε χρυσές σταγόνες και ποιός θα σφουγγαρίζει μετά που εξαφανίστηκε και το υπηρετικό προσωπικό!’ 


   Στη δεύτερη εκδοχή(1546-1553, Ερμιτάζ), ο Τιτσιάνο άλλαξε την σκοτεινή υπόγα της δανάης και από μπουντρούμι την έκανε σουίτα σε 5* ξενοδοχείο με μεταξωτά σεντόνια. Ο διάχυτος ερωτισμός της σκηνής κάνει την παρουσία ενός ερωτιδέα περιττή και ίσως γι’αυτό τώρα έχουμε την τροφό παρούσα που με αγωνία προσπαθεί να κρατήσει τη Χρυσή Βροχή από το να καταβρέξει τη νεαρή Δανάη. Μια Δανάη που, ξαπλωμένη νωχελικά στα βελούδινα και κατακόκκινα (σύμβολο πάθους) σεντόνια της μοιάζει να προσμένει αυτή την ένωση. Στα συν το κόκκινο παραπέτο σε υπέροχη χρωματική αντιδιαστολή με το λευκό σώμα της κοπέλας που μοιάζει να μας καλεί κάπως ηδονοβλεπτικά σε μια ιδιωτική σκηνή.



   Στην Τρίτη και καλύτερη αποτύπωση του Τιτσιάνο (1553-1554, Πράντο), την παράσταση κλέβει το ύφος της Δανάης, που όχι μόνο μοιάζει να αναμένει τη Χρυσή Βροχή(κλείσιμο ματιού), αλλά αδημονεί κιόλας για αυτήν, παρά τις φιλότιμες όσο και απέλπιδες προσπάθειες της ηλικιωμένης γυναίκας να μαζέψει τις σταγόνες. Στα τεράστια συν, το κοιμισμένο σκυλάκι που έχει δίπλα της η πριγκίπισσα. Από τα πιο συχνά σύμβολα στην αναγεννησιακή ζωγραφική, ο σκύλος είναι σύμβολο πίστης. (τουτέστιν τώρα που ο σκύλος-πίστη κοιμάται...θα πάρουν φωτιά τα σεντόνια!)



   Πέρα από τον Τιτσιάνο μεταξύ των ζωγράφων που εμπνεύστηκαν από το μύθο ήταν οι Ρέμπραντ, Αρτεμισία Τζεντιλέσκι αλλά και ο Κλιμτ. Διάλεξα την εκδοχή του Κλιμτ. Αν μη τι άλλο αυτή η εικόνα ξεχειλίζει από σαγήνη, ερωτισμό και πάθος!



   Εν κατακλείδι ο μύθος της Δανάης είναι εντυπωσιακός όχι μόνο σαν σύλληψη αλλά και σαν προοίμιο των όσων επακολούθησαν. Διότι εννοείται ότι όποτε τον έπιαναν οι ορμές τον Δία, επακολουθούσε απόγονος (κοτζάμ βασιλιάς των θεών αν δεν ήταν αυτός καρπερός ποιός θα ήταν;) και έτσι η Δανάη εννιά μήνες μετά γέννησε τον Περσέα. Διότι όταν το έμαθε ο Ακρίσιος έγινε έξαλλος και αφού σκότωσε την τροφό(το υπηρετικό προσωπικό την πλήρωσε καταλάβατε;), κλείδωσε την Δανάη και τον Περσέα σε ένα μπαούλο και τους έριξε στη θάλασσα. Εννοείται πως δεν πέθαναν, η συνέχεια όμως αφορά ένα άλλο μύθο. 




υ.γ. Ενώ στηρίζω απόλυτα την ευρηματικότητα του Διός σε ότι αφορά τις ερωτικές του αναζητήσεις, και νιώθω ευγνωμοσύνη για την ελληνική μυθολογία γενικά που έδωσε τρομερή έμπνευση σε όλη την εικαστική, λογοτεχνική και όχι μόνο δημιουργία, αναρωτιέμαι γιατί δεν έριξε ένα κεραυνό να γκρεμίσει τα τείχη και να μην κάνει τόση βαβούρα με μεταμφιέσεις; Και να το φχαριστηθεί βρε αδερφέ σαν άνθρωπος; Ή έστω σαν θεός;



Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2013

«10 στιγμές Τέχνης για τον Έρωτα και ένα ποίημα…»





   Όχι δε θα σας μιλήσω για το τι είναι ο έρωτας. Διότι πού να ξέρω! Εδώ κοτζάμ επιστήμη, ιατρική, ψυχολογία, βιολογία, κοινωνιολογία και το μόνο στο οποίο έχουν συμφωνήσει  τόσα χρόνια είναι ότι «ο έρωτας είναι το ισχυρότερο αίσθημα έλξης μεταξύ δύο ανθρώπων, η οποία σχετίζεται με την επιθυμία για συνουσία». Τίποτα περισσότερο, ούτε για πεταλούδες στην καρδιά ούτε για μηνύματα στο κινητό, ούτε με θέλει(;), με σκέφτεται(;), τίποτα. Άρα εγώ θα σας το αναλύσω που δεν είμαι και φιλόσοφερ με τη βούλα; Εγώ δεν ξέρω καν αν υπάρχει σήμερα έρως, μπλεγμένος ανάμεσα σε σεξ, αγάπη, χρέη, παιδιά, γάμο, ίντερνετ, κυριακάτικα τραπέζια με πεθερικά, τσόντες, δόσεις, άγχη.
   Το μόνο που μπορώ να πω είναι πως τον έμαθα από την Τέχνη. Και από τα καλαμάκια. Ήμουν δε θα’μουν 16 χρονών, όταν το αγόρι μου(που ήταν δύο μέτρα, κούκλος, μπασκετμπολίστας και πρόεδρος του 15μελούς, να τα λέμε κι αυτά), μου έκανε δώρο για του Αγίου Βαλεντίνου ένα αρκουδάκι, μια κάρτα και…20 ροζ καλαμάκια!
   Για όσους δεν καταλαβαίνουν τι δουλειά είχαν τα καλαμάκια ως ρομαντικό δώρο να σας πω ότι όσοι από μας γεννηθήκαμε την ηρωική δεκαετία 1980 περάσαμε την εφηβεία μας πορωμένοι με το σκάσιμο των καλαμακιών. Τουτέστιν κάθε φορά που πίναμε ένα αναψυκτικό, στο τέλος παίρναμε το καλαμάκι το τυλίγαμε από τις δύο άκρες έτσι που να φυλακιστεί ο αέρας και να μείνει μόνο ένα μικρό κομμάτι, και μετά του δίναμε μια δυνατή με τον δείκτη για να σκάσει. Αν έσκαγε με την πρώτη, η ευχή που είχαμε κάνει θα έβγαινε, αν όχι, τότε χέστα κι άστα. Όπως υποψιάζεστε, με τις ευχές να περιλαμβάνουν τα «με θέλει;», «με αγαπάει;», «θα μου ζητήσει να βγούμε;», «θα μου ζητήσει να τα φτιάξουμε;» το να σκάσει το καλαμάκι ήταν θέμα υψίστης σημασίας.
   Έτσι μου έδωσε το αγόρι τα καλαμάκιαž και η κάρτα έγραφε: «είτε σκάσουν ή όχι, εγώ θα σε θέλω».

   Πέρασε ο καιρός και από τους τρυφερούς έρωτες του σχολείου(τουλάχιστον για μένα έτσι ήτανε, παίδες!), περάσαμε στους δύσκολους έρωτες(όχι του Ίταλο Καλβίνο, αλλά, ακόμη χειρότερα) του πανεπιστημίου. Εκεί έμαθα, τον έρωτα μέσα από την Τέχνη. Αυτόν είχα συμβουλάτορα(και πρόκοψα!) και αυτόν σας παρουσιάζω εδώ. Απολαύστε λοιπόν 10 ιστορίες εμπνευσμένες από την Τέχνη(και τους καλλιτέχνες) και ένα ποίημα.

1) Αφροδίτη της Κνίδου. Έρωτας με την πρώτη ματιά.  Όταν μιλάμε για Αφροδίτη μιλάμε για Έ-ρω-τα! Σύμφωνα με τη μυθολογία, η Αφροδίτη πλύθηκε πριν εμφανιστεί ενώπιον του Πάρη και μάλλον αυτή η στιγμή αναπαριστάται εδώ, όταν η Αφροδίτη (μαμά του Έρωτα κυριολεκτικά και μεταφορικά)ετοιμάζεται να πάρει το λουτρό της. Στα extras το υπέροχο παριανό μάρμαρο με το οποίο έχει γίνει το γλυπτό, και οι δύο εταίρες(sic) του Πραξιτέλη που χρησιμοποιήθηκαν ως μοντέλα, μια για το κεφάλι και μία για το σώμα.


2) Δανάη ‘Χρυσή βροχή’(πάρα πολλές οι αποτυπώσεις του μύθου σε ζωγραφικά έργα και αγγεία, διάλεξα μία από τις αγαπημένες μου, του Τιτσιάνο). Έρως που δεν κολώνει πουθενά/τα κάνω όλα για την αγάπη, και τι να πρωτοπώ. Ο ερωτύλος Δίας που δεν είχε αφήσει θηλυκό για θηλυκό, για χάρη της Δανάης έγινε χρυσή βροχή και μπήκε από ένα μικροσκοπικό παραθυράκι στο δωμάτιο της νεαράς για να τη…βατέψει. Στα συν τα υπέροχα χρώματα του Τιτσιάνο, η όλο αδημονία στάση της νεαράς για…χρυσή βροχή και η ευρηματικότητα του Διός.
 
3)Τιτσιάνο: «Ιερός και Βέβηλος Έρωτας». Οι δύο όψεις του έρωτα.  Ένας αινιγματικός πίνακας γεμάτος σύμβολα και-πιθανές-αλληγορίες, με πιο ισχυρή την απόπειρα του καλλιτέχνη να εκφράσει, μέσω των δύο μορφών που μοιάζουν να ονειροπολούν καθισμένες στις δύο άκρες μιας σαρκοφάγου-βρύσης πλαισιωμένες από ερωτιδείς, τις ενδόμυχες σκέψεις των γυναικώνž ηθικός δισταγμός versus ερωτικής αναμονής. Στα extras το σχόλιο(μου) ότι εννοείται πως δε θα’βγαζε άκρη ο Τιτσιάνο με την απόπειρα να αποτυπώσει τις σκέψεις των γυναικών, και εμείς δε θα καταλάβουμε ποτέ ακριβώς τί θέλει να πει ο ποιητής.
 


  4)Ροντέν, το «Φιλί»: Έρωτας αισθησιακός και τρυφερός. Ένα νεαρό ζευγάρι, γυμνό, καθισμένο πάνω σε ένα βράχο, αγκαλιάζεται. Ο άντρας αγκαλιάζει απαλά και με σεβασμό τη γυναίκα, μόλις που την αγγίζει, τα κορμιά τους μοιάζουν να στροβιλίζονται κι εμείς παρακολουθούμε σχεδόν ηδονοβλεπτικά το πάθος τους. Στα extras τα γυμνά κορμιά και η υπέροχα ρεαλιστική απόδοση της πλάτης της κοπέλας.

 
 
 

5) Κλιμτ, το «Φιλί». Από την επονομαζόμενη ‘Χρυσή Περίοδο’ του Κλιμτ. Εναλλακτικός τίτλος: ‘Εκεί που καίγομαι πολύ θέλω να νιώσω το φιλί’. Ο Κλιμτ και η αγαπημένη του, σε χρυσό φόντο, πάνω σε ένα βράχο με λουλούδια και με ένα χρυσό φωτοστέφανο να τους περιβάλει, έτοιμοι να παραδοθούν σε ένα αργό, παθιασμένο φιλί, μη έχοντας συναίσθηση αν κάποιος τους παρακολουθεί. Στα extras ότι η γυναίκα με τα εφαρμοστά, τόσο αισθησιακά ρούχα, μοιάζει σχεδόν άβουλη, απόλυτα υποταγμένη στον-κυρίαρχο-άντρα.
 
 
 
 
6)Μπρανκούζι: έρωτας σκληρός σαν πέτρα. Λακωνικά θα περιγράψω ότι έχουμε να κάνουμε με μια έντονη πνευματική κατάσταση που φτάνει σε μας μέσα από ένα κλειστό, συμπαγή όγκο με συμμετρικές γραμμές. Δύο νέοι, που δεν έχουν μάτια παρά μόνο ο ένας για τον άλλο.

 
 
 
7)Σαγκάλ ‘Νεόνυμφοι στον Πύργο του Άιφελ’. Έρως ιπτάμενος και υπερβατικός. Το παράλογο γίνεται φυσιολογικό και κάθε εικόνα του Σαγκάλ μοιάζει να έρχεται μέσω μιας αισθητήριας εμπειρίας κατευθείαν από τη φαντασία(που είναι για τον Σαγκάλ άμεσα συνδεδεμένη με τη ζωή). Οι δύο ερωτευμένοι πετούν στον δικό τους ευτυχισμένο ουρανό με μια βαθιά αίσθηση πάθους χωρίς να ενδιαφέρονται για οτιδήποτε συμβαίνει πέρα από τον μικρόκοσμό τους. Στα συν οι ακροβατικές πόζες και οι ιπτάμενες νύφες.

 
 
 


8) Πικάσο και Μαρί-Τερέζ. Έρωτας παράνομος. Εκείνος 45 και παντρεμένος εκείνη 17. Γνωρίστηκαν στα καταστήματα Λαφαγιέτ όταν ο πρώτος της ζήτησε να γίνει το μοντέλο του. Εκείνη ήταν διακριτική και βολική, εκείνος της είπε ότι τον έσωσε από το ψυχικό άγχος του γάμου του(!). Κοιμήθηκε μαζί του μία εβδομάδα μετά την γνωριμία τους αν και πάντα ισχυριζόταν ότι το μοιραίο(sic) έγινε έξι μήνες μετά. Έκαναν παιδί μαζί και μολονότι χώρισαν, η Μαρί Τερέζ αυτοκτόνησε μετά τον θάνατό του για «να τον συναντήσει και πάλι». Στα συν ότι πρόκειται για ένα από τα πιο όμορφα και τρυφερά έργα του Πικάσο.




9) Σαλβαντόρ Νταλί και Γκαλά Ντεβουλίνα. Έρως κεραυνοβόλος και καταστροφικός! Ο Νταλί γνώρισε την Γκαλά μέσω του φίλου του ποιητή Πωλ Ελυάρ με τον οποίο η ρωσίδα Γκαλά ήταν ήδη παντρεμένη ένα χρόνο, και ουσιαστικά του την…«έκλεψε»! Στο πρόσωπό της είδε τον «αληθινό Έρωτα», όπως δήλωνε (αν και αντικειμενικά δεν ήταν ούτε όμορφη, ούτε καν ελκυστική), η Γκαλά έγινε η μούσα του, ενώ το γεγονός ότι είχε μια ακόρεστη δίψα για άλλους εραστές και του κατασπατάλησε την περιουσία, πέρασε στα ψιλά γράμματα της ιστορίας της Τέχνης.
 
 
10)Τζεφ Κουνς και Τσιτσιολίνα. Έρωτας με το πρώτο κλικ. Ένας από τους διασημότερους σύγχρονους καλλιτέχνες και μια…πορνοστάρ. Άλλος ένας τρελός σίγουρα έρωτας που σφραγίστηκε με μια σειρά κιτς φωτογραφιών του ζευγαριού. Εκείνος δήλωσε πως από τότε που αφέθηκε στα χέρια της, η Ιλόνα τον απελευθέρωσε(sic), (και τον κατέστρεψε και οικονομικά θα πούμε εμείς) και εκείνη ένα χρόνο μετά τον γάμο τους το έσκασε στη Ρώμη παίρνοντας μαζί της και το παιδί τους.

 

Κι ένα ποίημα…


« Επέστρεφε συχνά και παίρνε με,
αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με-
όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη ,
κ’επιθυμία παλιά ξαναπερνά στο αίμα
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται,
κ’αισθάνονται τα χέρια σαν ν’αγγίζουν πάλι.
 
Επέστρεφε συχνά και παίρνε με τη νύχτα,
Όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται…»
 
Κ. Π. Καβάφης   ‘Επέστρεφε…’
 
Χωρίς λόγια…


   Σκοτεινό αντικείμενο του πόθου, αγνός ή βέβηλος, πλατωνικός, πνευματικός ή σαρκικός, ο έρωτας είναι ζωή. Είναι η ζωή. Όταν όλα έχουν ξεπέσει, ας αναθεωρήσουμε το μέσα μας. Εκεί είναι η μοναδική ελπίδα. Ξέρω πολλοί δεν έχετε κουράγιο με όσα συμβαίνουν, όμως δε χρειάζεται να λέει το ημερολόγιο 14/2 ούτε σοκολατάκια και καρδούλες για να θυμηθείτε τις πεταλούδες στην καρδιά σας. Όσοι δεν τον έχετε ψάξτε τον. Όσοι τον έχετε θυμηθείτε τον. Για μια μέρα γιορτάστε τον, αποθεώστε τον και απολαύστε τον.

Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2013

μετά από καιρό...


   Τον είδα στο δρόμο μετά από καιρό. Περπατούσε με το κεφάλι σκυφτό, τυλιγμένος σφιχτά στο παλτό του. Είχαμε καιρό να βρεθούμε. Ήταν άλλος ένας από κείνους τους ανθρώπους που συναντάμε κάποια στιγμή στη ζωή μας, δενόμαστε για λίγο μαζί τους, και στην πορεία κάτι γίνεται, κάτι χαλάει πριν προλάβουμε να συνδεθούμε μαζί τους. Σαν να μας έχει δεμένους ο φόβος μη (ξανα)πληγωθούμε και να μας τραβάει μακριά από το συναίσθημα. Και έτσι οι άνθρωποι φεύγουν και μένει πίσω αυτή η αίσθηση ότι μέσα μας κάτι έχει μείνει ημιτελές.

   Μόλις συναντήθηκαν οι ματιές μας προχώρησα με ένα μεγάλο όσο και αμήχανο χαμόγελο προς το μέρος του. Εκεί, στο φανάρι Τσιμισκή με Αγίας Σοφίας, είδα για άλλη μια φορά στα μάτια του εκείνη τη λάμψη που κάνει τα θλιμμένα μάτια έτοιμα να κλάψουν. Που έλεγε με ένα βλέμμα συγνώμη που δε μπόρεσα να ρίξω τα τείχη μου και να σε εμπιστευτώ. Που έλεγε, έχω πληγωθεί κι έχω πονέσει.


 -«Γεια», είπα, με την άκρη του ματιού να πιάνει τα χειμωνιάτικα γκρίζα κύματα του Θερμαϊκού.

-«Γεια», είπε κι εκείνος. «Τι κάνεις;»

-«Καλά. Εσύ;»

-«Καλά. Ησυχία. Βγήκα για κάτι δουλειές, αλλά με τόσο κρύο… το μετάνιωσα.»

-«Ναι, κρύο σήμερα», απάντησα, και σκέφτηκα πως ο καιρός είναι πάντα η κουβέντα που μας φέρνει κοντά τον ένα στον άλλο και καμουφλάρει την αμηχανία μας όταν νιώθουμε σαν ξένοι.

Κοιταχτήκαμε για δυο λεπτά.

-«Λοιπόν, πρέπει να φύγω. Θα μιλήσουμε όμως», είπα.

-«Ναι, φυσικά. Μη χάνεσαι, ε;»


   Ήθελα να του πω ότι νιώθουμε το ίδιο, ότι φοβάμαι κι εγώ, ότι θέλω κάποιον να αγκαλιάσω και κάποιον να μ’αγκαλιάσει, ότι κι εγώ τις νύχτες ψάχνω στα σεντόνια το άλλο μου μισό. Ήθελα να του πω πως κι εγώ φοβήθηκα όταν άρχισα να νιώθω κάτι παραπάνω, όταν έπρεπε να κάνω την υπέρβαση και να αφεθώ. Ήθελα να του πω ότι ένα γλυκό χάδι μπορεί να απαλύνει τον πόνο και να γκρεμίσει τα τείχη των ανασφαλειών μας. Ήθελα να του πιάσω το χέρι και να το σφίξω, ήθελα να απαλύνω τις πληγές του, ήθελα να του πω πως μαζί είναι καλύτερα, παντού. Κι ότι εγώ είμαι εδώ.
 

-«Εντάξει», είπα. Κι έφυγα.

 

« Η πιο όμορφη θάλασσα είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει.
   Τα πιο όμορφα παιδιά δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα.
   Τις πιο όμορφες μέρες μας, δεν τις έχουμε ακόμα ζήσει
   Κι αυτό που θέλω να σου πω, το πιο όμορφο απ’όλα…
   Δεν στο ‘χω πει ακόμα…»
 (Ναζίμ Χικμέτ. Από τη συλλογή τα ποιήματα των 9-10 μ.μ., γραμμένα στις φυλακές της Προύσας το 1945.)
 
 

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013

μεγάλες αλήθειες απογευματινού καφέ


 
   Τελικά κατέληξα τι είναι αυτό που με «φτιάχνει» απόλυτα σε αυτή τη ζωή: ο καφές και η κουβέντα. Αν είναι σε συνδυασμό, ακόμα καλύτερα. Aπίστευτο σε πόσες σκέψεις μπορεί να με βάλει ένας απογευματινός καπουτσίνο μπροστά σε ένα μπαρ με τον Springsteen να τραγουδάει
I gotta find out how it feels, I want to know if love is wild, girl I want to know if love is real’.

 

   Άλλο ένα απόγευμα λοιπόν, σε μια πόλη που ετοιμαζόταν για βροχή, κι εγώ να πίνω καφέ με ένα φίλο που είχα να δω καιρό, όπου  μεταξύ διαφόρων νέων ο φίλος μου με ενημέρωσε ότι χώρισε με την πρώην του όταν εκείνη έμαθε για τις…«κουτσουκέλες» του…

   Επιστρέφοντας σπίτι, αποφάσισα να αγνοήσω τη σαδιστική μικρή φωνούλα που μου φώναζε ‘ένοχος, κύριε πρόεδρε, καταδικάστε τον χωρίς ελαφρυντικά και κάψ’τε τον στην πυρά!’, και, χωρίς ηθικολογίες και επιδερμικούς αφορισμούς, να μην κρίνω τίποτα και κανέναν. Δε μπορούσα ωστόσο να πάψω να αναρωτιέμαι για το λόγο πίσω από την πράξη. Τι μας ωθεί άραγε προς τα εκεί; Έχει γίνει η «σεξουαλική» επιβεβαίωση το μεγάλο μας απωθημένο σαν λαός; Ή μήπως είναι τις συναισθηματικές «ανάγκες» μιας σχέσης που ψάχνουμε να απαλύνουμε, «φροντίζοντας» εκείνες του κορμιού;

   Συνειδητοποίησα πως στις μέρες μας ο μόνος μας φόβος σε μια σχέση είναι η απιστία. Και το μεγαλύτερο πρόβλημα επίσης. Όμως το κενό που υπάρχει πριν στη σχέση το μετράει άραγε κανείς; Μπορεί να κάνω λάθος αλλά θεωρώ ότι αν έχεις περάσει τα 25, ως εκ τούτου έχεις μια επιρροή στις ορμές σου, ο λόγος για μια απιστία είναι κυρίως κάποιο κενό στη σχέση σου. Που θα υποδηλώσει ότι μετά από λίγο θα χωρίσεις. Αλλιώς τι την κάνεις τη ρημάδα τη σχέση; Για να καταπιέζεσαι κι εσύ κι ο άλλος;(παίζει βέβαια πάντα και το ενδεχόμενο να είσαι βλαμμένος/η και να έχεις μείνει συναισθηματικά στην ηλικία των 16 αλλά σε αυτή την περίπτωση δε μπορώ να κάνω κάτι folks.) Κάτι πάντως χωλαίνει στην επικοινωνία ανάμεσα σε δύο ανθρώπους και φτάνουμε εκεί. Πνευματική ή/και σεξουαλική. Γι’αυτή την έρμη την επικοινωνία όμως δεν ενδιαφερόμαστε ποτέ. Για τους περισσότερους αρκεί ο/η σύντροφος να είναι πιστός/ή και τότε πολλά από τα υπόλοιπα παραβλέπονται. Δεν κοιτάμε ποτέ μια σχέση από απόσταση όσο είμαστε μέσα σε αυτή παρακολουθώντας κυρίως τη δική μας συνεισφορά σε αυτή. Μας νοιάζει μόνο ο άλλος να μας είναι πιστός. Το δε τραγελαφικό είναι το εξής:  αν ο/η άλλος το σκέφτεται όλη μέρα, φαντασιώνεται άλλους/άλλες, φλερτάρει, μιλάει με τους πάντες στα κοινωνικά δίκτυα και όμως δε κάνει τίποτα, σχεδόν δε πειράζει(επειδή προφανώς δε θα το μάθουμε ποτέ), μετράει μόνο αν «κάνει» κάτι. Και όταν όόόλα τα προβλήματα έρθουν στην επιφάνεια από αυτό το «κάτι» που θα κάνει  ο/η άλλος/η…πέφτουμε από τα σύννεφα! Και μετά, κολλάμε μόνο στο συγκεκριμένο θέμα και σβήνουμε όλες τις προηγούμενες συμπεριφορές; Και δικές του/της και-κυρίως-δικές μας. Χίλια καλά να μας έχει κάνει, τέλειος/α να είναι, άπαξ και συμβεί το απονενοημένο… σβήνονται όλα. Σε πήρε και σε σήκωσε. Είσαι πλέον εχθρός.

  Πριν μου την πέσει όλο το φεμινιστικό κίνημα να πω πως όχι, δεν δικαιολογώ την πράξη του φίλου μου (εδώ η σαδιστική φωνούλα μέσα μου δυναμώνει και λέει πως αν μου το'κανε εμένα θα του'χα φέρει όλα τα βιβλία του Πικάσο στο κεφάλι-είναι βαριά η τέχνη και θα ήθελα να του προκαλέσω όσες σωματικές βλάβες γίνεται!), απλώς κατανοώντας κι εκείνον λίγο εκτός από την κοπέλα, μιας και νομίζω ότι και οι άντρες θέλουν την ασφάλεια, την οικειότητα, την εμπιστοσύνη και το πολύ σεξ μιας σχέσης. Αν κάτι από αυτά τους λείπει, χωρίζουν(ή δοκιμάζουν πρώτα πριν χωρίσουν και εδώ ναι, θα το παραδεχτώ, ο φίλος μου υπήρξε τέρρρας ολκής!). Το ίδιο όμως κάνουν και πολλές γυναίκες, μη κοροϊδευόμαστε. Γι’αυτό καλό θα ήταν γλυκούληδες και κουκλίτσες μου, γενικά να μη κοιτάμε μόνο απέναντι∙ να στραφούμε λίγο και στο τι κάνουμε εμείς, έτσι;

 

   υ.γ. Η συζήτηση με έβαλε και σε δεύτερες σκέψεις. Για θέματα που αφορούσαν τον Πόθο αυτή τη φορά και το μεγάλο του καταφύγιο το μυαλό. Αλλά σε θέματα Πόθου θα επανέλθω μελοντικά…

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2013

'Απληστία'



Τρεις δυνάμεις κινούν τον κόσμο, είπε κάποτε ο Αϊνστάιν: «Η ανοησία, ο φόβος και η απληστία».

 

   Λίγες ώρες προτού αλλάξει ο χρόνος, πίνοντας κρασιά σε μια χαλαρή ατμόσφαιρα εορταστική ευφορίας, με ρωτά ένας φίλος τι περιμένω από τη Νέα Χρονιά. Ξαφνιάστηκα από την ερώτησή του. Από τη μια, κανείς δε με είχε ξαναρωτήσει κάτι τέτοιο, από την άλλη αυτές δεν είναι οι ‘Αποφάσεις τις Νέας Χρονιάς’ που ελαφρά τη καρδία παίρνουμε και ποτέ σχεδόν δεν πραγματοποιούμε; Και τώρα; Τι να έλεγα σε κάποιον που δεν ήξερα και καλά, αλλά που τα μάτια του με ανάγκαζαν να είμαι ειλικρινής; Ότι το μόνο που είχα αποφασίσει ήταν να μην ξανακάνω τα λάθη της προηγούμενης; Αφού δίστασα για λίγο, αποφάσισα πως ναι, η ειλικρίνεια είναι πάντα ο καλύτερος δρόμος, και το’πα. «Τα ίδια λάθη να μην κάνω και όλα καλά!» «Εσύ;» ρώτησα μετά κι εγώ. Μεταξύ διάφορων επαγγελματικών σχεδίων, μου απάντησε τα εξής: «Να τα βρω με τον εαυτό μου, να ερωτευτώ και να είμαι λιγότερο άπληστος.»

   Δε ξέρω τι έφταιξε πιο πολύ. Να’ταν ‘ο σπλαχνικός αλκολισμός της μέρας’ που λέει κι ο Καβάφης, να’ταν η συναισθηματική επίδραση του αποχαιρετισμού μιας χρονιάς, να’ταν που αυτός ο σχεδόν άγνωστος άνθρωπος που είχα απέναντί μου είχε μια ιδέα για το πού ήθελε να βαδίσει η ζωή του(και το ζήλεψα αυτό λιγάκι) δε ξέρω, όμως η τελευταία φράση του (…να’μαι λιγότερο άπληστος)κόλλησε το μυαλό μου.


# Άπληστος: α-στερητικό + πληστός= πλήρης, γεμάτος. Ο πλεονέκτης, ο ακόρεστος, ο ανεκπλήρωτος από επιθυμία.#


   Τις επόμενες μέρες σκεφτόμουν συχνά αυτή τη φράση. Ο συνειρμός που έκανα(και που θα κάναμε όλοι) αφορούσε την συνήθη αρνητική έννοια. Του ανθρώπου που, ανικανοποίητος πάντα, υποκύπτει σε ένα από τα χειρότερα θανάσιμα αμαρτήματα. Η ιστορία βρίθει παραδειγμάτων όπου η απληστία δεν οδήγησε σε καλό. Και η σημερινή κοινωνία μας έχει κάνει όλους άπληστουςžυλιστικά πολύ, συναισθηματικά ίσως λιγότερο. Αναμφίβολα η υπερβολή του «εγώ τα θέλω όλα και στον υπέρτατο βαθμό» σαφώς δεν είναι ισορροπημένη, αδιαμφισβήτητα ο άπληστος στην προσπάθειά του να «γεμίσει» υλικά και συναισθηματικά αυτή την ατέρμονη αίσθηση του ανικανοποίητου, θα πληγώσει τους γύρω του, αφού σίγουρα θα χρησιμοποιήσει το ψέμα και την προδοσία για να το πετύχει ενώ ακόμη και η ψυχολογική προσέγγιση σε έναν άπληστο, όπου η απληστία του μεταμφιέζει το «άλγος επιβίωσης από το άχθος του θανάτου», πάλι δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τις πράξεις του.

   Χωρίς ωστόσο να ακυρώνω την κυρίαρχα αρνητική έννοια της απληστίας, ποιος είπε ότι τάχα άπληστος είναι ο συναισθηματικός κανίβαλος ή ο καταναλωτής μονάχα;

   Από την απληστία δομήθηκε η κοινωνία,  αυτή υπήρξε η κινητήριος δύναμη για πρόοδο και έρευνα. Οι αχόρταγοι για ανάπτυξη εξέλιξαν την επιστήμη, κάποιοι από τους μεγαλύτερους ηγέτες δεν υπήρξαν παρά πλεονέκτες με την εξουσία, ενώ οι άνθρωποι που ήταν «άπληστοι» για μάθηση έγιναν οι μεγαλύτεροι φιλόσοφοι. Με αφορμή τους φιλοσόφους τί συντέλεσε στην ανάπτυξη του ελληνικού πολιτισμού και τρόπου ζωής αν όχι το άπληστο πνευματικό στοιχείο; Τί άλλο είναι η αέναη αναζήτηση, η ακύρωση της αδράνειας, παρά απληστία για τη ζωή και όσα έχει να μας δώσει;

   Μπορούμε να είμαστε «συναισθηματικά» άπληστοι ως προς το τι θα δώσουμε και όχι τι θα πάρουμε. Να θέλουμε να δίνουμε όλη μας την αγάπη, το ενδιαφέρον, το είναι μας, Μπορούμε να είμαστε «πνευματικά» άπληστοι ως προς το πώς θα βελτιώσουμε τον εαυτό μας και πώς θα εξελιχθούμε.

   Εν τέλει αν το αντίθετο της απληστίας είναι η πληρότητα που οδηγεί στον εφησυχασμό ενώ η ίδια η απληστία μπορεί να είναι και «ανησυχία» με την έννοια ότι είμαι ενεργός, αμφισβητώ, δημιουργώ και παρ’όλ’αυτά, κυριαρχώ στις νόρμες μου, διαλέγω το δεύτερο.

 

Καλή Χρονιά!

 

Υ.γ. Ευχαριστώ τον Γ. Μια λέξη του ήταν αρκετή να με εμπνεύσει!